μπετόνι

μπετόνι
τό
1) бадья для бетона; 2) бидон

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "μπετόνι" в других словарях:

  • μπετόνι — και μπιντόνι και μπιτόνι, το μεταλλικό ή πλαστικό δοχείο χωρητικότητας από 3 ώς 15 χιλιόγραμμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. bidon < σκανδ. bida «δοχείο»] …   Dictionary of Greek

  • μπιντόνι — το βλ. μπετόνι …   Dictionary of Greek

  • μπιτόνι — το βλ. μπετόνι …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»